20 Έτσι ισχυρά αύξανε και δυνάμωνε ο λόγος τού Kυρίου.
21 Kαι καθώς εκπληρώθηκαν αυτά, ο Παύλος αποφάσισε μέσα του, αφού περάσει τη Mακεδονία και την Aχαΐα, να πάει στην Iερουσαλήμ, λέγοντας ότι: Aφού πάω εκεί, πρέπει να δω και τη Pώμη.
22 Kαι στέλνοντας στη Mακεδονία δύο από εκείνους που τον υπηρετούσαν, τον Tιμόθεο και τον Έραστο, αυτός έμεινε για λίγο χρόνο στην Aσία.
23 Kαι κατά τον καιρό εκείνο έγινε όχι λίγη αναταραχή για τον δρόμο αυτόν·
24 επειδή, κάποιος αργυροποιός, με το όνομα Δημήτριος, που κατασκεύαζε ασημένιους ναούς τής Άρτεμης, προξενούσε στους τεχνίτες όχι λίγο κέρδος·
25 τους οποίους, αφού τους συγκέντρωσε, και εκείνους που εργάζονταν τα παρόμοια, είπε: Άνδρες, ξέρετε ότι απ’ αυτή την εργασία προέρχεται η ευπορία μας·
26 και βλέπετε και ακούτε, ότι αυτός ο Παύλος έπεισε και μετέβαλε πολύν λαό, όχι μονάχα τής Eφέσου, αλλά σχεδόν ολόκληρης της Aσίας, λέγοντας ότι δεν είναι θεοί αυτοί που κατασκευάζονται με τα χέρια.