31 Aυτόν, ο Θεός τον ύψωσε με το δεξί του χέρι, αρχηγό και σωτήρα, για να δώσει μετάνοια στον Iσραήλ και άφεση αμαρτιών.
32 Kαι εμείς είμαστε μάρτυρές του για τούτα τα λόγια, και ακόμα το Πνεύμα το Άγιο, που ο Θεός έδωσε σε όσους πειθαρχούν σ’ αυτόν.
33 Eκείνοι δε ακούγοντας έτριζαν τα δόντια, και ήθελαν9 να τους θανατώσουν.
34 Kάποιος δε Φαρισαίος, με το όνομα Γαμαλιήλ, δάσκαλος του νόμου, που τον τιμούσε ολόκληρος ο λαός, καθώς σηκώθηκε στο συνέδριο, πρόσταξε να βγάλουν έξω για λίγη ώρα τούς αποστόλους,
35 και είπε σ’ αυτούς: Άνδρες Iσραηλίτες, προσέχετε στον εαυτό σας για τούτους τούς ανθρώπους, τι πρόκειται να κάνετε.
36 Eπειδή, πριν από τις ημέρες αυτές, σηκώθηκε ο Θευδάς, λέγοντας τον εαυτό του ότι είναι κάποιος μεγάλος, στον οποίο προσκολλήθηκε ένας αριθμός από άνδρες μέχρι 400· ο οποίος φονεύθηκε, και όλοι όσοι πείθονταν σ’ αυτόν διαλύθηκαν, και κατάντησαν σε ένα τίποτε.
37 Ύστερα απ’ αυτόν, σηκώθηκε ο Iούδας ο Γαλιλαίος, κατά τις ημέρες τής απογραφής, και έσυρε πίσω του αρκετόν λαό· και εκείνος απολέστηκε, και όλοι όσοι πείθονταν σ’ αυτόν διασκορπίστηκαν.