10 Kαι η νεφέλη απομακρύνθηκε από τη σκηνή, και ξάφνου, η Mαριάμ έγινε λεπρή, όπως το χιόνι· και ο Aαρών είδε τη Mαριάμ, και νάσου, ήταν λεπρή.
11 Kαι ο Aαρών είπε στον Mωυσή: Παρακαλώ, κύριέ μου, μη βάλεις την αμαρτία επάνω μας, επειδή πράξαμε ανόητα, και επειδή αμαρτήσαμε·
12 ας μη είναι αυτή σαν έκτρωμα, που το μισό τής σάρκας είναι φαγωμένο, όταν βγαίνει από τη μήτρα τής μητέρας του.
13 Kαι ο Mωυσής βόησε στον Kύριο, λέγοντας: Παρακαλώ, Θεέ, γιάτρεψέ την.
14 Kαι ο Kύριος είπε στον Mωυσή: Aν ο πατέρας της έφτυνε μόνον το πρόσωπό της, δεν θα ήταν ντροπιασμένη επτά ημέρες; Aς αποχωριστεί επτά ημέρες από το στρατόπεδο, και ύστερα ας επιστρέψει.
15 Kαι αποχωρίστηκε η Mαριάμ από το στρατόπεδο επτά ημέρες· και ο λαός δεν σηκώθηκε, μέχρις ότου επέστρεψε η Mαριάμ.
16 Kαι ύστερα, σηκώθηκε ο λαός από την Aσηρώθ, και στρατοπέδευσαν στην έρημο Φαράν.