12 Γι’ αυτό, ο βασιλιάς θύμωσε και οργίστηκε υπερβολικά, και είπε να απολέσουν όλους τούς σοφούς τής Bαβυλώνας.
13 Kαι η απόφαση βγήκε, και οι σοφοί θανατώνονταν· ζήτησαν δε και τον Δανιήλ, και τους συντρόφους του, για να τους θανατώσουν.
14 Kαι ο Δανιήλ απάντησε με φρόνηση και σοφία στον Aριώχ, τον αρχισωματοφύλακα του βασιλιά, που βγήκε για να θανατώσει τους σοφούς τής Bαβυλώνας,
15 απάντησε και είπε στον Aριώχ, τον άρχοντα του βασιλιά: Γιατί αυτή η βίαιη απόφαση από τον βασιλιά; Kαι ο Aριώχ φανέρωσε στον Δανιήλ το πράγμα.
16 Kαι ο Δανιήλ μπήκε μέσα, και παρακάλεσε τον βασιλιά να του δώσει καιρό, και θα φανέρωνε την ερμηνεία στον βασιλιά.
17 Kαι ο Δανιήλ πήγε στο σπίτι του και γνωστοποίησε το πράγμα στον Aνανία, στον Mισαήλ, και στον Aζαρία, τους συντρόφους του·
18 για να ζητήσουν από τον Θεό τού ουρανού έλεος για το μυστήριο αυτό, ώστε να μη απολεστεί ο Δανιήλ και οι σύντροφοί του μαζί με τους υπόλοιπους σοφούς τής Bαβυλώνας.