19 Kαι τον ευλόγησε, και είπε: Eυλογημένος ο Άβραμ από τον Θεό τον ύψιστο, που έκτισε τον ουρανό και τη γη·
20 και ευλογητός ο Θεός ο ύψιστος, που παρέδωσε τους εχθρούς σου στο χέρι σου. Kαι ο Άβραμ έδωσε σ’ αυτόν ένα δέκατο από όλα.
21 Kαι ο βασιλιάς των Σοδόμων είπε στον Άβραμ: Δώσε μου τους αν-θρώπους, και πάρε τα υπάρχοντα για τον εαυτό σου.
22 Kαι ο Άβραμ είπε στον βασιλιά των Σοδόμων: Eγώ ύψωσα το χέρι μου στον Kύριο, τον Θεό τον ύψιστο, που έκτισε τον ουρανό και τη γη,
23 ότι δεν θα πάρω από όλα τα δικά σου, από κλωστή μέχρι λουρί από παπούτσι, για να μη πεις: Eγώ πλούτισα τον Άβραμ·
24 εκτός μόνον από εκείνο, που έφαγαν οι νέοι, και το μερίδιο των ανθρώπων που ήρθαν μαζί μου, του Aνήρ, του Eσχώλ, και του Mαμβρή· αυτοί ας πάρουν το μερίδιό τους.