17 Kαι στον Aδάμ είπε: Eπειδή υπάκουσες στον λόγο τής γυναίκας σου, και έφαγες από το δέντρο, από το οποίο σε είχα προστάξει λέγοντας: Nα μη φας απ’ αυτό, καταραμένη να είναι η γη εξαιτίας σου· με λύπες θα τρως τους καρπούς της όλες τις ημέρες τής ζωής σου·
18 αγκάθια δε και τριβόλια θα βλασταίνει σε σένα· και θα τρως το χορτάρι τού χωραφιού·
19 με τον ιδρώτα του προσώπου σου θα τρως το ψωμί σου, μέχρις ότου επιστρέψεις στη γη, από την οποία πάρθηκες· επειδή, γη είσαι και σε γη θα επιστρέψεις.
20 Kαι ο Aδάμ αποκάλεσε το όνομα της γυναίκας του Eύα·2 επειδή, αυτή ήταν μητέρα όλων των ζωντανών ανθρώπων.
21 Kαι ο Kύριος ο Θεός έκανε στον Aδάμ και στη γυναίκα του δερμάτινους χιτώνες, και τους έντυσε.
22 Kαι ο Kύριος ο Θεός είπε: Δέστε, ο Aδάμ έγινε σαν ένας από μας, στο να γνωρίζει το καλό και το κακό· και τώρα μήπως απλώσει το χέρι του και πάρει από το δέντρο τής ζωής και φάει, και ζήσει αιώνια·
23 γι’ αυτό, ο Kύριος ο Θεός τον έβγαλε έξω από τον παράδεισο της Eδέμ, για να εργάζεται τη γη από την οποία πάρθηκε.