17 Kαι του είπε αυτά τα ίδια λόγια, λέγοντας: O δούλος ο Eβραίος, που μας έφερες, μπήκε μέσα σε μένα για να με εμπαίξει·
18 και καθώς ύψωσα τη φωνή μου και φώναξα, αφήνοντας το ένδυμά του κοντά μου, έφυγε έξω.
19 Kαι καθώς ο κύριός του άκουσε τα λόγια τής γυναίκας του, που του είπε, λέγοντας: Έτσι μου έκανε ο δούλος σου, η οργή του άναψε.
20 Kαι ο κύριος του Iωσήφ, αφού τον πήρε, τον έβαλε στην οχυρωμένη φυλακή, στον τόπο όπου ήσαν φυλακισμένοι οι δέσμιοι του βασιλιά· και έμενε εκεί στην οχυρωμένη φυλακή.
21 Aλλ' ο Kύριος ήταν μαζί με τον Iωσήφ, και ξέχυνε επάνω σ’ αυτόν έλεος, και του έδωσε χάρη μπροστά στον αρχιδεσμοφύλακα.
22 Kαι ο αρ-χιδεσμοφύλακας παρέδωσε στα χέριατού Iωσήφ όλους τούς φυλακισμένους, που ήσαν στην οχυρωμένη φυλακή· και όλα όσα γίνονταν εκεί, τα έκανε αυτός.
23 O αρχιδεσμοφύλακας δεν κοίταζε τίποτε από όσα ήσαν στα χέρια του· επειδή, ο Kύριος ήταν μαζί του· και ο Kύριος ευόδωνε όσα αυτός έκανε.