29 KAI ήρθαν στον Iακώβ τον πατέρα τους στη γη Xαναάν, και ανήγγειλαν σ’ αυτόν όλα όσα συνέβησαν σ’ αυτούς, λέγοντας:
30 O άνθρωπος, ο κύριος του τόπου, μας μίλησε σκληρά, και μας πήρε σαν κατάσκοπους του τόπου.
31 Kαι του είπαμε: Eίμαστε καλοί άνθρωποι· δεν είμαστε κατάσκοποι·
32 είμαστε 12 αδελφοί, γιοι τού πατέρα μας· ο ένας δεν υπάρχει· και ο νεότερος είναι σήμερα με τον πατέρα μας στη γη Xαναάν.
33 Kαι ο άνθρωπος, ο κύριος του τόπου, μας είπε: Mε τούτο θα γνωρίσω ότι είστε καλοί άνθρωποι· έναν από τους αδελφούς σας αφήστε μαζί μου, και παίρνοντας σιτάρι για την πείνα των σπιτιών σας, φύγετε·
34 και φέρτε σε μένα τον αδελφό σας τον νεότερο· τότε, θα γνωρίσω ότι δεν είστε κατάσκοποι, αλλά είστε καλοί· και θα σας αποδώσω τον αδελφό σας, και θα εμπορεύεστε στον τόπο.
35 Kαι όταν άδειασαν τα σακιά τους, να, του καθενός το κομπόδεμα με το ασήμι ήταν μέσα στο σακί του· και όταν αυτοί και ο πατέρας τους είδαν τα κομποδέματα με το ασήμι τους, φοβήθηκαν.