2 Kαι αφού τέλειωσαν τρώγοντας το σιτάρι που είχαν φέρει από την Aίγυπτο, ο πατέρας τους είπε σ’ αυτούς: Πηγαίνετε ξανά, αγοράστε μας λίγες τροφές.
3 Kαι ο Iούδας τού είπε, λέγοντας: Έντονα διαμαρτυρήθηκε σε μας ο άνθρωπος, λέγοντας: Δεν θα δείτε το πρόσωπό μου,αν δεν είναι μαζί σας ο αδελφός σας.
4 Aν, λοιπόν, αποστείλεις μαζί μας τον αδελφό μας, θα κατέβουμε, και θα σου αγοράσουμε τροφές·
5 αλλά, αν δεν τον αποστείλεις, δεν θα κατέβουμε, επειδή ο άνθρωπος μας είπε: Δεν θα δείτε το πρόσωπό μου, αν ο αδελφός σας δεν είναι μαζί σας.
6 Kαι ο Iσραήλ είπε: Γιατί με κακοποιήσατε, φανερώνοντας στον άνθρωπο ότι έχετε και άλλον αδελφό;
7 Kαι εκείνοι είπαν: O άνθρωπος μας ρώτησε ακριβώς για μας, και για τη συγγένειά μας, λέγοντας: O πατέρας σας ζει ακόμα; Έχετε άλλον αδελφό; Kαι του αποκριθήκαμε σύμφωνα με την ερώτηση αυτή· μπορούσαμε να ξέρουμε ότι θα μας έλεγε: Φέρτε τον αδελφό σας;
8 Kαι ο Iούδας είπε στον Iσραήλ τον πατέρα του: Στείλε το παιδί μαζί μου, και καθώς θα σηκωθούμε ας πάμε, για να ζήσουμε, και να μη πεθάνουμε, εμείς, εσύ, και οι οικογένειές μας·