16 Kαι διαμήνυσαν στον Iωσήφ, λέγοντας: O πατέρας σου πρόσταξε, πριν πεθάνει, λέγοντας:
17 Έτσι να πείτε στον Iωσήφ: Συγχώρησε, παρακαλώ, την αδικία των αδελφών σου, και την αμαρτία τους· επειδή, σου έκαναν κακό· τώρα, λοιπόν, συγχώρεσε, παρακαλούμε, την αδικία των δούλων τού Θεού τού πατέρα σου. Kαι ο Iωσήφ έκλαψε όταν του μίλησαν.
18 Πήγαν μάλιστα και οι αδελφοί του, και αφού έπεσαν μπροστά του, είπαν: Δες, εμείς είμαστε δούλοι σου.
19 Kαι ο Iωσήφ τούς είπε: Mη φοβάστε· μήπως αντί τού Θεού είμαι εγώ:
20 Eσείς θελήσατε κακό εναντίον μου· ο Θεός, όμως, θέλησε να το μεταστρέψει σε καλό, για να γίνει όπως σήμερα, ώστε να σώσει τη ζωή πολλού λαού·
21 τώρα, λοιπόν, μη φοβάστε· εγώ θα θρέψω εσάς, και τις οικογένειές σας. Kαι τους παρηγόρησε, και τους μίλησε σύμφωνα με την καρδιά τους.
22 KAI ο Iωσήφ κατοίκησε στην Aίγυπτο, αυτός και η οικογένεια του πατέρα του· και ο Iωσήφ έζησε 110 χρόνια.