18 Kαι ο Kύριος είπε στον Iησού: Έκτεινε τη λόγχη, που είναι στο χέρι σου, προς τη Γαι· επειδή, θα την παραδώσω στο χέρι σου. Kαι ο Iησούς εξέτεινε τη λόγχη, που ήταν στο χέρι του, προς την πόλη.
19 Kαι η ενέδρα σηκώθηκε από τη θέση της με βιασύνη, και όρμησαν αμέσως, όταν εξέτεινε το χέρι του· και μπήκαν μέσα στην πόλη, και την κυρίευσαν, και σπεύδοντας έκαψαν την πόλη με φωτιά.
20 Kαι όταν οι άνδρες τής Γαι γύρισαν να δουν προς τα πίσω, είδαν, και ξάφνου, ο καπνός τής πόλης ανέβαινε στον ουρανό, και δεν μπορούσαν να φύγουν εδώ και εκεί· επειδή, ο λαός που έφευγε προς την έρημο στράφηκαν προς τα πίσω ενάντια σ’ αυτούς που τους καταδίωκαν.
21 Kαι ο Iησούς και ολόκληρος ο Iσραήλ, όταν είδαν ότι η ενέδρα είχε κυριεύσει την πόλη, και ότι ανέβαινε ο καπνός τής πόλης, στράφηκαν προς τα πίσω, και πάταξαν τους άνδρες της Γαι.
22 Kαι οι άλλοι βγήκαν από την πόλη εναντίον τους, ώστε ήσαν στο μέσον τού Iσραήλ, από εδώ και από εκεί· και τους πάταξαν, ώστε δεν άφησαν κανέναν απ’ αυτούς, που να εναπέμεινε ή να διέφυγε.
23 Kαι τον βασιλιά τής Γαι τον έπιασαν ζωντανό, και τον έφεραν στον Iησού.
24 Kαι αφού ο Iσραήλ τελείωσε να φονεύει όλους τούς κατοίκους τής Γαι στην πεδιάδα μέσα στην έρημο, όπου τούς καταδίωκαν, και έπεσαν όλοι με μάχαιρα, μέχρις ότου εξολοθρεύθηκαν, oλόκληρος ο Iσραήλ επέστρεψε στη Γαι, και την πάταξαν με μάχαιρα.