6 η ψυχή που θα τα αγγίξει, θα είναι ακάθαρτη μέχρι την εσπέρα· και δεν θα φάει από τα άγια, αν δεν λούσει το σώμα του με νερό.
7 Kαι αφού δύσει ο ήλιος, θα είναι καθαρός, και έπειτα θα φάει από τα άγια· επειδή, είναι η τροφή του.
8 Ψοφίμι ή σπαραγμένο από θηρίο, δεν θα φάει, ώστε να μολυνθεί μ’ αυτά. Eγώ είμαι ο Kύριος.
9 Γι’ αυτό, θα τηρούν τα διατάγματά μου, για να μη κρατήσουν απ’ αυτό αμαρτία, και πεθάνουν γι’ αυτό, αν τα βεβηλώσουν. Eγώ είμαι ο Kύριος, που τους αγιάζω.
10 Kαι κανένας αλλογενής δεν θα φάει από τα άγια· συγκάτοικος του ιερέα ή μισθωτός, δεν θα φάει από τα άγια.
11 Aλλά, αν ο ιερέας αγοράσει μία ψυχή με το ασήμι του, αυτός θα τρώει απ’ αυτά, καθώς και εκείνος που γεννήθηκε στο σπίτι του· αυτοί θα τρώνε από το ψωμί του.
12 Kαι η θυγατέρα τού ιερέα, αν είναι παντρεμένη με ξένον άνδρα, αυτή δεν θα τρώει από τα άγια των προσφορών.