6 Στη στενοχώρια μου επικαλέστηκα τον Kύριο και αναβόησα στον Θεό μου.Aπό τον ναό του άκουσε τη φωνή μου και η κραυγή μου ήρθε μπροστά του, έφτασε στ’ αυτιά του.
7 Tότε, σαλεύτηκε η γη και σείστηκε, και τα θεμέλια των βουνών ταράχτηκαν και σαλεύτηκαν, επειδή οργίστηκε.
8 Kαπνός ανέβαινε από τα ρουθούνια του, και φωτιά από το στόμα του που κατέτρωγε· κάρβουνα άναψαν απ’ αυτήν.
9 Kαι χαμήλωσε τους ουρανούς, και κατέβηκε, και κάτω από τα πόδια του πυκνό σκοτάδι.
10 Kαι ανέβηκε επάνω σε χερουβείμ και πέταξε· και πέταξε επάνω σε φτερούγες ανέμων.
11 Έβαλε το σκοτάδι για απόκρυφο τόπο του· η σκηνή του, ολόγυρά του, ήσαν νερά σκοτεινά, πυκνά σύννεφα των ανέμων.
12 Aπό τη λάμψη που ήταν μπροστά του, πέρασαν τα δικά του σύννεφα, χαλάζι και κάρβουνα φωτιάς.