34 Όταν τους θανάτωνε, τότε τον ζητούσαν, και επέστρεφαν, και έτρεχαν πρόθυμα59 στον Θεό·
35 και θυμόνταν ότι ο Θεός ήταν το φρούριό τους, και ο Θεός ο ύψιστος ο λυτρωτής τους.
36 Aλλά, τον κολάκευαν με το στόμα τους, και με τη γλώσσα τους ψεύδονταν σ’ αυτόν·37η καρδιά τους, όμως, δεν ήταν ευθεία μαζί του, και δεν ήσαν πιστοί στη διαθήκη του.
38 Aυτός, όμως, επειδή ήταν οικτίρμονας, συγχώρησε την ανομία τους, και δεν τους αφάνισε·αλλά πολλές φορές ανέστελλε τον θυμό του, και δεν διέγειρε ολόκληρη την οργή του·
39 και θυμήθηκε ότι ήσαν σάρκα· άνεμος, που παρέρχεται, και δεν επιστρέφει.
40 Πόσες φορές τον παρόξυναν στην έρημο, και τον παρόργισαν μέσα σε άνυδρη γη,
41 και στράφηκαν, και πείραξαν τον Θεό, και παρόξυναν τον Άγιο του Iσραήλ!