1 Ἐκεῖνο ποὺ ὑπῆρχεν ἀπὸ τὴν ἀρχήν, ἐκεῖνο ποὺ ἔχομεν ἀκούσει, ἐκεῖνο ποὺ ἔχομεν ἰδῆ μὲ τὰ μάτια μας, ἐκεῖνο ποὺ παρατηρήσαμε καὶ τὰ χέρια μας ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ Λόγου δηλαδὴ τῆς ζωῆς,
2 — καὶ ἡ ζωὴ ἐφανερώθηκε καὶ ἔχομεν ἰδῆ καὶ μαρτυροῦμεν καὶ σᾶς ἀναγγέλλομεν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ἡ ὁποία ἦτο μὲ τὸν Πατέρα καὶ ἐφανερώθηκε σ᾽ ἐμᾶς, —
3 ἐκεῖνο ποὺ ἔχομεν ἰδῆ καὶ ἀκούσει σᾶς ἀναγγέλλομεν, διὰ νὰ ἔχετε στενὸν σύνδεσμον καὶ σεῖς μαζί μας. Ὁ στενὸς σύνδεσμός μας εἶναι μὲ τὸν Πατέρα καὶ μὲ τὸν Υἱόν του, τὸν Ἰησοῦν Χριστόν.
4 Σᾶς τὰ γράφομεν αὐτά, διὰ νὰ εἶναι ἡ χαρά σας πλήρης.
5 Καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ἀγγελία, τὴν ὁποίαν ἀκούσαμεν ἀπὸ αὐτὸν καὶ σᾶς ἀναγγέλλομεν: ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι φῶς καὶ δὲν ὑπάρχει καθόλου σκοτάδι εἰς αὐτόν.