2 πρὸς τὸν Τιμόθεον, τὸ ἀγαπητό μου παιδί· χάρις, ἔλεος, εἰρήνη ἀπὸ τὸν Θεὸν τὸν Πατέρα καὶ ἀπὸ τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν τὸν Κύριόν μας.
3 Εὐχαριστῶ τὸν Θεόν, τὸν ὁποῖον λατρεύω, ὅπως οἱ πρόγονοί μου, μὲ καθαρὴν συνείδησιν, ὅταν ἀδιακόπως σὲ ἀναφέρω εἰς τὰς προσευχάς μου νύχτα καὶ ἡμέραν.
4 Ἐπειδὴ θυμᾶμαι τὰ δάκρυά σου, ἐπιθυμῶ ζωηρῶς νὰ σὲ ἰδῶ, διὰ νὰ γεμίσω ἀπὸ χαράν.
5 Θυμᾶμαι τὴν εἰλικρινῆ πίστιν σου, ἡ ὁποία κατῴκησε πρῶτα εἰς τὴν μάμμην σου Λωΐδα καὶ εἰς τὴν μητέρα σου Εὐνίκην, εἶμαι δὲ πεπεισμένος ὅτι κατοικεῖ καὶ σ᾽ ἐσέ.
6 Διὰ τὸν λόγον αὐτόν, σοῦ ὑπενθυμίζω νὰ ἀναζωπυρῇς τὴν φλόγα τοῦ χαρίσματος τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι μέσα σου διὰ τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν μου,
7 διότι ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἔδωσε πνεῦμα δειλίας, ἀλλὰ δυνάμεως καὶ ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ.
8 Νὰ μὴ ἐντραπῇς, λοιπόν, τὴν μαρτυρίαν ὑπὲρ τοῦ Κυρίου μας, οὔτε ἐμέ, τὸν φυλακισμένον του, ἀλλὰ κακοπάθησε καὶ σὺ διὰ τὸ εὐαγγέλιον μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ,