2 Διότι οἱ ἄνθρωποι θὰ εἶναι ἐγωϊσταί, φιλάργυροι, φαντασμένοι, ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, ἀπειθεῖς εἰς τοὺς γονεῖς, ἀχάριστοι, ἀσεβεῖς,
3 ἄστοργοι, ἀδιάλλακτοι, συκοφάνται, ἄσωτοι, ἄγριοι, ἐχθροὶ τοῦ καλοῦ,
4 προδόται, αὐθάδεις, φουσκωμένοι, φίλοι τῆς ἡδονῆς μᾶλλον παρὰ φίλοι τοῦ Θεοῦ,
5 ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν τὴν ἐξωτερικὴν μορφὴν τῆς εὐσεβείας ἀλλὰ μὲ τὴν ζωήν τους ἀρνοῦνται τὴν δύναμίν της. Καὶ τούτους ἀπόφευγε.
6 Διότι ἀπὸ αὐτοὺς προέρχονται ἐκεῖνοι ποὺ εἰσχωροῦν εἰς τὰς οἰκίας καὶ αἰχμαλωτίζουν γυναικάρια γεμᾶτα ἀπὸ ἁμαρτίας, ποὺ σύρονται ἀπὸ διαφόρους ἐπιθυμίας,
7 καὶ πάντοτε μαθαίνουν ἀλλὰ δὲν μποροῦν ποτὲ νὰ φθάσουν εἰς τὴν ἀκριβῆ γνῶσιν τῆς ἀληθείας.
8 Ὅπως δὲ ὁ Ἰαννῆς καὶ ὁ Ἰαμβρῆς ἀντιστάθηκαν εἰς τὸν Μωϋσῆν, ἔτσι καὶ αὐτοὶ ἀντιστέκονται πρὸς τὴν ἀλήθειαν, ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν ἐφθαρμένον τὸν νοῦν, ἀποτυχημένοι ὡς πρὸς τὴν πίστιν.