1 Σὲ ἐξορκίζω ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μέλλει νὰ κρίνῃ ζωντανοὺς καὶ νεκροὺς κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς ἐμφανίσεώς του καὶ τῆς βασιλείας του,
2 κήρυξε τὸν λόγον, ἐπίμενε εἰς κατάλληλον καὶ ἀκατάλληλον καιρόν, ἔλεγξε, ἐπιτίμησε, ἐνθάρρυνε μὲ κάθε μακροθυμίαν καὶ διδασκαλίαν.
3 Διότι θὰ ἔλθῃ καιρός, ποὺ δὲν θὰ ἀνέχωνται τὴν ὑγιαίνουσαν διδασκαλίαν ἀλλὰ θὰ συσσωρεύσουν διδασκάλους, σύμφωνα πρὸς τὰς δικάς των ἐπιθυμίας, ἐπειδὴ θὰ αἰσθάνωνται γαργαλισμὸν εἰς τὰ αὐτιά τους,
4 καὶ ἀπὸ μὲν τὴν ἀλήθειαν θὰ ἀποστρέψουν τὴν ἀκοήν των, θὰ τραποῦν δὲ πρὸς τοὺς μύθους.