18 Ἀλλὰ μπορεῖ κάποιος νὰ πῇ, «Ὁ ἕνας ἔχει πίστιν καὶ ὁ ἄλλος ἔχει ἔργα»· ἀπόδειξέ μου ὅτι ἔχεις πίστιν χωρὶς ἔργα καὶ ἐγὼ θὰ σοῦ ἀποδείξω ἀπὸ τὰ ἔργα μου τὴν πίστιν μου.
19 Σὺ πιστεύεις ὅτι ἕνας εἶναι ὁ Θεός. Καλὰ κάνεις· καὶ τὰ δαιμόνια τὸ πιστεύουν αὐτὸ καὶ φρίττουν.
20 Θέλεις νὰ μάθῃς, ὦ ἄνθρωπε κούφιε, ὅτι ἡ πίστις χωρὶς τὰ ἔργα εἶναι νεκρή;
21 Ὁ Ἀβραάμ, ὁ προπάτοράς μας, δὲν ἐδικαιώθηκε μὲ τὰ ἔργα, ὅταν προσέφερε τὸν Ἰσαὰκ τὸν υἱόν του εἰς τὸ θυσιαστήριον;
22 Βλέπεις ὅτι ἡ πίστις συνεργοῦσε μαζὶ μὲ τὰ ἔργα του καὶ ἀπὸ τὰ ἔργα ἔγινε ἡ πίστις τελεία
23 καὶ ἐκπληρώθηκε ἡ γραφὴ ποὺ λέγει, Ἐπίστεψε ὁ Ἀβραὰμ εἰς τὸν Θεὸν καὶ αὐτὸ τοῦ λογαριάσθηκε πρὸς δικαίωσιν καὶ ὠνομάσθηκε φίλος τοῦ Θεοῦ.
24 Βλέπετε λοιπόν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δικαιώνεται ἀπὸ τὰ ἔργα καὶ ὄχι μόνον ἀπὸ τὴν πίστιν.