7 Κάθε εἶδος θηρίων καὶ πτηνῶν, ἑρπετῶν καὶ θαλασσίων ζώων δαμάζεται καὶ ἔχει δαμασθῆ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον,
8 ἀλλὰ τὴν γλῶσσαν κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν μπορεῖ νὰ δαμάσῃ, εἶναι ἀσυγκράτητον κακόν, γεμάτη ἀπὸ θανατηφόρον δηλητήριον.
9 Μὲ αὐτὴν εὐλογοῦμεν τὸν Θεὸν καὶ Πατέρα καὶ μὲ αὐτὴν καταρώμεθα τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν δημιουργηθῆ καθ᾽ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ.
10 Ἀπὸ τὸ ἴδιο στόμα βγαίνει εὐλογία καὶ κατάρα. Δὲν πρέπει, ἀδελφοί μου, νὰ γίνεται αὐτό.
11 Μήπως ἡ πηγὴ βγάζει ἀπὸ τὸ ἴδιο μέρος γλυκὸ καὶ πικρό;
12 Μήπως μπορεῖ, ἀδελφοί μου, ἡ συκιὰ νὰ κάνῃ ἐληὲς ἢ ἡ κληματαριὰ σῦκα; Ἔτσι καὶ καμμιὰ πηγὴ δὲν βγάζει ταυτοχρόνως νερὸ ἁλμυρὸ καὶ γλυκό.
13 Ποιός εἶναι σοφὸς καὶ γνωστικὸς μεταξύ σας; Ἂς δείξῃ ἀπὸ τὴν καλὴν διαγωγήν του τὰ ἔργα του μὲ σοφὴν ταπεινοφροσύνην.