29 Καὶ τώρα, Κύριε, βλέπε τὶς ἀπειλές τους καὶ δῶσε εἰς τοὺς δούλους σου, νὰ κηρύττουν τὸν λόγον σου μὲ ὅλον τὸ θάρρος,
30 ἐνῷ σὺ θὰ ἁπλώνῃς τὸ χέρι σου, ὥστε νὰ γίνωνται θεραπεῖαι καὶ θαύματα καὶ τέρατα διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ ἁγίου δούλου σου Ἰησοῦ».
31 Ὅταν προσευχήθηκαν, ἐσαλεύθηκε ὁ τόπος ὅπου ἦσαν συγκεντρωμένοι καὶ ἐπληρώθησαν ὅλοι ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιον καὶ ἐκήρυτταν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ μὲ θάρρος.
32 Ὅλοι ὅσοι εἶχαν πιστέψει ἦσαν ὁμόφρονες καὶ ὁμόψυχοι καὶ κανεὶς δὲν ἔλεγε ὅτι κάτι ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά του εἶναι δικό του, ἀλλὰ ἦσαν εἰς αὐτοὺς ὅλα κοινά.
33 Καὶ μὲ μεγάλην δύναμιν ἔδιναν μαρτυρίαν οἱ ἀπόστολοι διὰ τὴν ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, καὶ χάρις μεγάλη ἦτο ἐπάνω εἰς ὅλους.
34 Οὔτε ὑπῆρχε κανένας πτωχὸς μεταξύ τους· διότι ὅσοι ἦσαν ἰδιοκτῆται ἀγρῶν ἢ οἰκιῶν, τοὺς ἐπωλοῦσαν καὶ ἔφερναν τὸ ἀντίτιμον τῶν πωλουμένων
35 καὶ τὸ κατέθεταν ἐμπρὸς στὰ πόδια τῶν ἀποστόλων. Ἐγίνετο δὲ ἡ διανομὴ εἰς τὸν καθένα σύμφωνα μὲ τὴν ἀνάγκην ποὺ εἶχε.