11 Ἂς δείξωμεν λοιπὸν σπουδὴν νὰ εἰσέλθωμεν εἰς τὴν ἀνάπαυσιν ἐκείνην, διὰ νὰ μὴ πέσῃ κανεὶς εἰς τὸ ἴδιο παράδειγμα ἀπειθείας.
12 Διότι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ζωντανὸς καὶ δραστικὸς καὶ κοπτερώτερος ἀπὸ κάθε δίκοπο μαχαίρι καὶ εἰσχωρεῖ βαθειὰ μέχρι χωρισμοῦ ψυχῆς καὶ πνεύματος, ἀρθρώσεων καὶ μυελῶν, καὶ κρίνει συλλογισμοὺς καὶ προθέσεις τῆς καρδιᾶς,
13 καὶ δὲν ὑπάρχει δημιούργημα ποὺ νὰ τοῦ εἶναι κρυμμένο, ἀλλὰ εἶναι ὅλα γυμνὰ καὶ φανερὰ εἰς τὰ μάτια του, πρὸς τὸν ὁποῖον ἔχομεν νὰ δώσωμεν λόγον.
14 Ἀφοῦ λοιπὸν ἔχομεν ἀρχιερέα μέγαν, ὁ ὁποῖος ἔχει διέλθει τοὺς οὐρανούς, τὸν Ἰησοῦν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, ἂς κρατᾶμε στερεὰ τὴν πίστιν ποὺ ὁμολογοῦμεν.
15 Διότι δὲν ἔχομεν ἀρχιερέα, ποὺ νὰ μὴ μπορῇ νὰ συμπαθήσῃ εἰς τὰς ἀδυναμίας μας, ἀλλὰ ἔχομεν ἕνα ποὺ ἔχει δοκιμασθῆ καθ᾽ ὅλα, σύμφωνα μὲ τὴν ὁμοιότητά του μ᾽ ἐμᾶς, χωρὶς νὰ ἁμαρτήσῃ.
16 Ἂς προσερχώμεθα λοιπὸν μὲ πεποίθησιν ἐνώπιον τοῦ θρόνου τῆς χάριτος, διὰ νὰ λάβωμεν ἔλεος καὶ νὰ βροῦμε χάριν ὅταν θὰ ἔχωμεν ἀνάγκην διὰ βοήθειαν.