12 Διότι ὅταν γίνεται μετάθεσις τῆς ἱερωσύνης, τότε κατ᾽ ἀνάγκην γίνεται καὶ μετάθεσις τοῦ νόμου.
13 Ἐκεῖνος, διὰ τὸν ὁποῖον λέγονται αὐτά, ἀνῆκεν εἰς ἄλλην φυλήν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν κανεὶς δὲν ἔχει ὑπηρετήσει εἰς τὸ θυσιαστήριον,
14 διότι εἶναι φανερὸν ὅτι ὁ Κύριός μας προῆλθε ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἰούδα, εἰς τὴν ὁποίαν ὁ Μωϋσῆς δὲν εἶπε τίποτε περὶ ἱερωσύνης.
15 Καὶ γίνεται ἀκόμη περισσότερον φανερόν, ὅταν παρουσιάζεται ἄλλου εἴδους ἱερεύς, ὅμοιος πρὸς τὸν Μελχισεδέκ,
16 ὁ ὁποῖος ἔγινε ὄχι κατ᾽ ἀπαίτησιν ἐντολῆς ποὺ ἰσχύει δι᾽ ἀνθρώπους, ἀλλὰ μὲ τὴν δύναμιν ζωῆς ποὺ δὲν καταλύεται,
17 διότι δίδεται ἡ μαρτυρία: Σὺ εἶσαι αἰώνιος ἱερεὺς κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ.
18 Καταργεῖται μία προηγουμένη ἐντολή, διότι ἦτο ἀνίσχυρη καὶ ἀνωφελής