16 ὄχι πλέον σὰν δοῦλον ἀλλὰ περισσότερον ἀπὸ δοῦλον, σὰν ἀδελφὸν ἀγαπητόν, ἰδιαιτέρως γιὰ μένα, πόσῳ μᾶλλον γιὰ σένα, καὶ σὰν ἄνθρωπον καὶ σὰν χριστιανόν.
17 Ἐὰν λοιπὸν μὲ θεωρῇς φίλον, δέξου τον σὰν νὰ ἤμουν ἐγώ.
18 Καὶ ἐὰν σοῦ ἔκανε κανένα κακὸν ἢ σοῦ χρωστᾶ τίποτε, λογάριασέ το σ᾽ ἐμέ.
19 Ἐγὼ ὁ Παῦλος τὸ ἔγραψα μὲ τὸ χέρι μου, ἐγὼ θὰ τὸ πληρώσω, διὰ νὰ μὴ σοῦ πῶ ὅτι μοῦ χρωστᾶς καὶ τὸν ἑαυτόν σου.
20 Ναί, ἀδελφέ, θὰ ἤθελα νὰ αἰσθανθῶ μιὰ χαρὰ ἀπὸ σένα ἐν Κυρίῳ, ἀνάπαυσέ μου τὴν καρδιὰ ἐν Κυρίῳ.
21 Ἐπειδὴ ἔχω πεποίθησιν ὅτι θὰ ὑπακούσῃς, σοῦ ἔγραψα, ἂν καὶ ξέρω ὅτι θὰ κάνῃς περισσότερα ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ λέγω.
22 Συγχρόνως νὰ μοῦ ἑτοιμάζῃς φιλοξενίαν, διότι ἐλπίζω ὅτι, μὲ τὰς προσευχάς σας, θὰ ἀποδοθῶ σ᾽ ἐσᾶς.