7 Ἔχομεν χαρὰν πολλὴν καὶ παρηγορίαν διὰ τὴν ἀγάπην σου, διότι αἱ καρδίαι τῶν ἁγίων ἔχουν ἀνακουφισθῆ διὰ σοῦ, ἀδελφέ.
8 Διὰ τοῦτο, ἂν καὶ ἔχω πολὺ θάρρος ἐν Χριστῷ νὰ σοῦ ἐπιβάλω τὸ καθῆκόν σου,
9 ἀλλὰ χάριν τῆς ἀγάπης, μᾶλλον σὲ παρακαλῶ. Τέτοιος ποὺ εἶμαι, ἐγὼ ὁ Παῦλος ὁ ἡλικιωμένος, καὶ τώρα φυλακισμένος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ,
10 σὲ παρακαλῶ διὰ τὸ παιδί μου, τὸ ὁποῖον ἐγέννησα εἰς τὴν φυλακήν μου, τὸν Ὀνήσιμον,
11 ὁ ὁποῖος ἄλλοτε σοῦ ἦτο ἄχρηστος, τώρα ὅμως εἶναι χρήσιμος, καὶ σ᾽ ἐσένα καὶ σ᾽ ἐμένα.
12 Σοῦ τὸν στέλλω πάλιν καὶ σὺ δέξου αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ καρδιά μου.
13 Θὰ ἤθελα νὰ τὸν κρατήσω κοντά μου, διὰ νὰ μὲ ὑπηρετῇ, ἀντὶ σοῦ, εἰς τὴν φυλακὴν ὅπου εἶμαι χάριν τοῦ εὐαγγελίου,