10 Φυλάττετε ὡρισμένας ἡμέρας καὶ μῆνας καὶ ἐποχὰς καὶ ἔτη.
11 Φοβοῦμαι μήπως μάταια ἐκοπίασα γιὰ σᾶς.
12 Ἀδελφοί, σᾶς ἱκετεύω νὰ γίνετε ὅπως εἶμαι ἐγώ, διότι καὶ ἐγὼ ἤμουν ὅπως ἐσεῖς. Δὲν μοῦ ἐκάνατε κανένα κακό.
13 Ξέρετε ὅτι τὴν προηγουμένην φοράν, ἕνεκα σωματικῆς ἀσθενείας ἐκήρυξα σ᾽ ἐσᾶς τὸ εὐαγγέλιον
14 καὶ παρ᾽ ὅλον ὅτι τὸ σῶμά μου ἦτο γιὰ σᾶς πειρασμός, δὲν μὲ περιφρονήσατε οὔτε ἀηδιάσατε ἀλλὰ μὲ ἐδεχθήκατε σὰν ἄγγελον Θεοῦ, σὰν Χριστὸν Ἰησοῦν.
15 Ποῦ εἶναι λοιπὸν ἡ ἱκανοποίησις ποὺ αἰσθανθήκατε; Διότι ἐγὼ μαρτυρῶ γιὰ σᾶς ὅτι ἐὰν ἦτο δυνατὸν καὶ τὰ μάτια σας θὰ ἐβγάζατε καὶ θὰ μοῦ τὰ ἐδίνατε.
16 Ὥστε ἔγινα τώρα ἐχθρός σας, ἐπειδὴ σᾶς λέγω τὴν ἀλήθειαν;