10 ἀλλὰ δὲν ἐννοοῦσα ἐν γένει τοὺς πόρνους τοῦ κόσμου αὐτοῦ ἢ τοὺς πλεονέκτας ἢ τοὺς ἅρπαγας ἢ τοὺς εἰδωλολάτρας, διότι τότε θὰ ἔπρεπε νὰ φύγετε ἀπὸ τὸν κόσμον.
11 Μᾶλλον σᾶς ἔγραψα νὰ μὴ συναναστρέφεσθε κάποιον ποὺ ὀνομάζεται ἀδελφός, ἐὰν εἶναι πόρνος ἢ πλεονέκτης ἢ εἰδωλολάτρης ἢ ὑβριστὴς ἢ μέθυσος ἢ ἅρπαξ, μὲ τὸν τοιοῦτον οὔτε νὰ συντρώγετε.
12 Διότι ποιάν ἁρμοδιότητα ἔχω νὰ κρίνω τοὺς ἔξω; Ἐκείνους ποὺ εἶναι μέσα δὲν τοὺς κρίνετε σεῖς;
13 Τοὺς ἔξω θὰ τοὺς κρίνῃ ὁ Θεός. Βγάλτε τὸν κακὸν ἀπὸ ἀνάμεσά σας.