1 Διότι γνωρίζομεν ὅτι ἐὰν τὸ ἐπίγειο σπίτι μας, τὸ σῶμα, καταργηθῇ, ἔχομεν οἰκοδόμημα ἀπὸ τὸν Θεόν, σπίτι αἰώνιον, κτισμένον ὄχι μὲ χέρια, καὶ τὸ ὁποῖον εἶναι εἰς τοὺς οὐρανούς.
2 Εἰς τὸ σῶμα αὐτὸ πραγματικὰ στενάζομεν καὶ ποθοῦμεν νὰ ἐνδυθοῦμε τὴν οὐράνιον κατοικίαν μας,
3 ἐφ᾽ ὅσον ὅταν τὴν ἐνδυθοῦμε, δὲν θὰ βρεθοῦμε γυμνοί.
4 Διότι πραγματικὰ ἐμεῖς ποὺ εἴμεθα εἰς τὸ σῶμα αὐτό, στενάζομεν κάτω ἀπὸ τὸ βάρος του, ὄχι διότι θέλομεν νὰ τὸ ἀποβάλωμεν, ἀλλὰ νὰ φορέσωμεν ἐπένδυμα, διὰ νὰ καταποθῇ τὸ θνητὸν ἀπὸ τὴν ζωήν.