Προσ Ρωμαιουσ 9:1-7 NTV

1 Τὴν ἀλήθειαν λέγω ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, δὲν ψεύδομαι· μὲ βεβαιώνει καὶ ἡ συνείδησίς μου διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,

2 ὅτι ὑπάρχει λύπη μεγάλη καὶ ἀδιάκοπος πόνος εἰς τὴν καρδιά μου.

3 Θὰ εὐχόμουν μάλιστα νὰ εἶμαι ἐγὼ ὁ ἴδιος ἀνάθεμα, μακρυὰ ἀπὸ τὸν Χριστόν, χάριν τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν φυσικῶν συγγενῶν μου,

4 οἱ ὁποῖοι εἶναι Ἰσραηλῖται, εἰς τοὺς ὁποίους ἀνήκει ἡ υἱοθεσία, ἡ δόξα, αἱ διαθῆκαι, ἡ νομοθεσία, ἡ λατρεία καὶ αἱ ὑποσχέσεις,

5 εἰς τοὺς ὁποίους ἀνήκουν οἱ πατέρες καὶ ἐκ τῶν ὁποίων, ἀπὸ ἀνθρωπίνης πλευρᾶς, κατάγεται ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος εἶναι ὑπεράνω ὅλων Θεὸς εὐλογητὸς αἰωνίως. Ἀμήν.

6 Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ἔχει διαψευσθῆ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Διότι πραγματικοὶ Ἰσραηλῖται δὲν εἶναι ὅλοι ὅσοι κατάγονται ἀπὸ τὸν Ἰσραήλ,

7 οὔτε ἐπειδὴ εἶναι ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ, εἶναι ὅλοι πραγματικὰ παιδιά του, ἀλλὰ κατὰ τὸ ὑπόδειγμα Ἰσαὰκ θὰ προέλθουν οἱ ἀπόγονοί σου.