Α΄ Εσδρασ 5:53-60 TGVD

53 Ο λαός έδωσε χρήματα για να πληρωθούν οι ξυλοκόποι και οι μαραγκοί· επίσης έδωσαν φαγητά και ποτά. Και έστειλαν στους Σιδωνίους και τους Τύριους άμαξες για να μεταφέρουν ξύλα κέδρου από το Λίβανο και να τα περάσουν με σχεδίες στο λιμάνι της Ιόππης. Όλα αυτά έγιναν σύμφωνα με την έγγραφη προς αυτούς διαταγή του Κύρου, βασιλιά των Περσών.

54-55 Το δεύτερο μήνα, λοιπόν, του δεύτερου χρόνου από τότε που ήρθαν στον τόπο του ναού στην Ιερουσαλήμ, άρχισαν όλοι μαζί το έργο της ανοικοδόμησης και έβαλαν τα θεμέλια του ναού. Ήταν ο Ζοροβάβελ, γιος του Σαλαθιήλ, και ο Ιησούς, γιος του Ιωσεδέκ, κι οι υπόλοιποι συμπατριώτες τους, οι ιερείς, οι λευίτες, δηλαδή όλοι όσοι είχαν γυρίσει στην Ιερουσαλήμ από την αιχμαλωσία.

56 Οι λευίτες από είκοσι ετών και πάνω διορίστηκαν να επιβλέπουν τις εργασίες του ναού του Κυρίου. Διορίστηκαν ο Ιησούς, οι γιοι του και οι συγγενείς του, ο αδερφός του ο Καδμιήλ, οι γιοι του Ιησού του Ημαδαβούν, οι απόγονοι του Ιωδά του Ιλιαδούν, μαζί με τους γιους του και τους συγγενείς του· όλοι δηλαδή οι λευίτες εργάζονταν μαζί ως επιστάτες στις εργασίες του ναού του Θεού.

57 Ένώ οι χτίστες έχτιζαν το ναό του Θεού, οι ιερείς είχαν πάρει τις θέσεις τους και στέκονταν ντυμένοι τις στολές τους, κρατώντας μουσικά όργανα και σάλπιγγες· στέκονταν και οι λευίτες, οι απόγονοι του Ασάφ, με κύμβαλα. Δοξολογούσαν κι ευχαριστούσαν τον Κύριο, σύμφωνα με τους κανονισμούς του Δαβίδ, βασιλιά του Ισραήλ.

58 Φώναζαν μ’ όλη τους τη δύναμη ευχαριστώντας τον Κύριο κι επαναλαμβάνοντας με ύμνους: «η δόξα του Κυρίου και η αγάπη του για τον Ισραήλ διαρκούν αιώνια».

59 Όλος ο λαός σάλπιζε κι ευχαριστούσε με μεγάλη φωνή τον Κύριο που ξαναχτιζόταν ο ναός.

60 Μερικοί όμως από τους γεροντότερους ιερείς και λευίτες και από τους αρχηγούς των οικογενειών, που είχαν δει τον προηγούμενο ναό, όταν έρχονταν τώρα εκεί που χτιζόταν ο νέος ναός, έκλαιγαν και θρηνολογούσαν με δυνατές κραυγές.