Β΄ Μακκαβαιων 14:31-37 TGVD

31 Όταν όμως ο Νικάνωρ αντιλήφθηκε πως ο Ιούδας τον είχε ξεπεράσει στην εξυπνάδα, πήγε στο μεγάλο και άγιο ναό, την ώρα που οι ιερείς πρόσφεραν τις καθορισμένες θυσίες και τους διάταξε να του παραδώσουν τον Ιούδα.

32 Εκείνοι τον διαβεβαίωναν με όρκους ότι δε γνώριζαν πού ήταν ο άνθρωπος που ζητούσε.

33 Τότε αυτός σήκωσε το δεξί του χέρι προς το ναό κι ορκίστηκε τα εξής: «Αν δεν μου παραδώσετε δέσμιο τον Ιούδα, θα ισοπεδώσω αυτόν το ναό του Θεού, θα γκρεμίσω το βωμό και θα ανεγείρω εδώ έναν μεγαλόπρεπο ναό προς τιμήν του Διονύσου».

34 Αυτά είπε κι αποχώρησε.Οι ιερείς τότε σήκωσαν τα χέρια στον ουρανό, σ’ αυτόν που πάντα υπερασπιζόταν το έθνος μας, και τον ικέτευαν μ’ αυτά τα λόγια:

35 «Εσύ, Κύριε, που δεν έχεις ανάγκη από κανέναν, θέλησες να χτιστεί εδώ ανάμεσά μας ένας ναός για να κατοικείς.

36 Τώρα, λοιπόν, Κύριε, εσύ που είσαι ο μόνος άγιος, φύλαξε για πάντα αμόλυντο αυτόν το ναό, που μόλις τώρα εξαγνίστηκε».

37 Κάποιος από τους πρεσβυτέρους των Ιεροσολύμων, που ονομαζόταν Ραζίς, κατηγορήθηκε στο Νικάνορα ότι αγαπούσε τους συμπατριώτες του, κι εκείνοι τόσο πολύ τον σέβονταν, που τον ονόμαζαν «πατέρα των Ιουδαίων».