Β΄ Μακκαβαιων 3:11-17 TGVD

11 και ότι μερικά απ’ αυτά ανήκαν στον Υρκανό, γιο του Τωβία, ένα πολύ διακεκριμένο πρόσωπο. Δεν ήταν λοιπόν τα πράγματα όπως τους είχε πληροφορήσει ο συκοφάντης και ασεβής Σίμων. Εξάλλου όλο κι όλο το ασήμι ήταν τετρακόσια τάλαντα, και το χρυσάφι διακόσια.

12 Επίσης του είπε ότι ήταν εντελώς αδύνατο να επιτραπεί σε οποιονδήποτε να πάρει τα χρήματα που οι άνθρωποι τα είχαν εμπιστευτεί στην αγιότητα του τόπου και στη ιερή ασφάλεια του ναού, που τον σέβεται όλος ο κόσμος.

13 Ο Ηλιόδωρος όμως επέμενε ότι σύμφωνα με τις εντολές που είχε από το βασιλιά, τα χρήματα αυτά έπρεπε οπωσδήποτε να μεταφερθούν στο βασιλικό θησαυροφυλάκιο.

14 Όρισε λοιπόν και την ημέρα και μπήκε στο ναό για να τακτοποιήσει την υπόθεση.Σ’ όλη την πόλη επικρατούσε μεγάλη αγωνία.

15 Οι ιερείς ντυμένοι τις ιερατικές στολές τους είχαν πέσει γονατιστοί μπροστά στο θυσιαστήριο και παρακαλούσαν τον Κύριο του ουρανού να διατηρήσει σώα τα αφιερώματα, γιατί αυτός είχε δώσει τους νόμους που προστάτευαν τα αφιερώματα που είχαν κατατεθεί στο ναό για ορισμένο σκοπό.

16 Πληγωνόταν η καρδιά όποιου έβλεπε το πρόσωπο του αρχιερέα. Η όψη του και το αλλαγμένο χρώμα του προσώπου του φανέρωναν την ψυχική του αγωνία.

17 Έτρεμε ολόκληρος από το φόβο του, κι όσοι τον έβλεπαν καταλάβαιναν τη θλίψη του.