1 Την εποχή εκείνη ο Αντίοχος ετοίμαζε τη δεύτερη εκστρατεία του εναντίον της Αιγύπτου.
2 Τότε συνέβηκε για σαράντα περίπου μέρες ο λαός να βλέπει ιππείς που έτρεχαν στον αέρα πάνω από την Ιερουσαλήμ. Φορούσαν χρυσές στολές, ήταν οπλισμένοι με λόγχες και διατεταγμένοι κατά διλοχίες
3 και ίλες ιππικού. Η μία ορμούσε εναντίον της άλλης, ασπίδες και πλήθος δόρατα σείονταν, τραβούσαν σπαθιά κι έριχναν βέλη, και λαμπύριζαν στον ήλιο οι θώρακές τους και τα χρυσά στολίδια των αλόγων.
4 Κι όλοι παρακαλούσαν τα οράματα αυτά να καταλήξουν σε καλό.
5 Όταν διαδόθηκε η ψευδής φήμη πως ο Αντίοχος είχε πεθάνει, ο Ιάσονας συγκέντρωσε πάνω από χίλιους άντρες και επιτέθηκε αιφνιδιαστικά εναντίον της Ιερουσαλήμ. Οι υπερασπιστές της πάνω στα τείχη απωθήθηκαν και η πόλη τελικά κυριεύτηκε. Τότε ο Μενέλαος κατέφυγε στην ακρόπολη.
6 Ο Ιάσονας έσφαζε αλύπητα τους ίδιους του τους συμπολίτες, με τη συναίσθηση ότι κατατρόπωνε εχθρούς και όχι συμπατριώτες του. Δεν καταλάβαινε ότι οποιαδήποτε επιτυχία του σε βάρος του λαού του θα ήταν η μεγαλύτερη δυστυχία γι’ αυτόν.
7 Παρ’ όλα αυτά δεν κατάφερε να πάρει στα χέρια του την εξουσία, και το αποτέλεσμα της συνωμοσίας του ήταν να καταντροπιαστεί: Υποχρεώθηκε να καταφύγει πάλι εξόριστος στην περιοχή των Αμμωνιτών, όπου είχε κακό τέλος.