Γ΄ Μακκαβαιων 6:1-4 TGVD

1 Εκείνη τη στιγμή, κάποιος Ελεάζαρος, σπουδαίος άνθρωπος, που προερχόταν από τους ιερείς της υπαίθρου, πολύ ηλικιωμένος και πολύ ενάρετος, σταμάτησε τους άλλους γέροντες που επικαλούνταν γύρω του το Θεό και προσευχήθηκε μ’ αυτά τα λόγια:

2 «Βασιλιά μεγαλοδύναμε, παντοδύναμε, ύψιστε Θεέ Πατέρα, εσύ που κυβερνάς όλη την κτίση με αγάπη,

3 ρίξε τη σπλαχνική ματιά σου στους απογόνους του Αβραάμ, στα παιδιά του αγίου εκείνου Ιακώβ, στο λαό σου, που τον ξεχώρισες για ιδιοκτησία σου, που τώρα είναι ξένος σε ξένη χώρα και εξοντώνεται άδικα.

4 »Εσύ κατέστρεψες το Φαραώ και τις πολλές του άμαξες, ο οποίος ήταν στο παρελθόν κυρίαρχος αυτής εδώ της χώρας, της Αιγύπτου. Είχε κι αυτός αλαζονευτεί με ανάρμοστη αυθάδεια και γλώσσα υβριστική, μαζί με τον περήφανο στρατό του. Εσύ όμως τους έπνιξες στη θάλασσα, σκορπίζοντας το φως της αγάπης σου στο ισραηλιτικό έθνος.