Τωβιτ 3:2-8 TGVD

2 «Δίκαιος είσαι Κύριε», είπα· «όλα τα έργα σου και οι νόμοι σου έλεος είναι και πιστότητα, κι εσύ με κρίση αληθινή και δίκαιη κρίνεις αιώνια.

3 Μη με ξεχάσεις και βοήθησέ με· για τ’ αμαρτήματά μου μη με τιμωρήσεις, ούτε για τα δικά μου και των προγόνων μου τα παραπτώματα, που πράξαμε απέναντί σου,

4 παρακούοντας τις εντολές σου. Γι’ αυτό και στη λεηλασία μάς παρέδωσες και στην αιχμαλωσία και στο θάνατο· εγίναμε ντροπής παράδειγμα σ’ όλα τα έθνη όπου σκορπιστήκαμε.

5 Είναι πολλές, λοιπόν, και δίκαιες οι κρίσεις σου εναντίον μου για τα δικά μου και των προγόνων μου τα αμαρτήματα, γιατί δεν εφαρμόσαμε τις εντολές σου και δε σε ακολουθήσαμε πιστά.

6 Και τώρα, ό,τι σ’ αρέσει κάνε μου· πρόσταξε από μέσα μου να φύγει η ζωογόνος δύναμη, για να πεθάνω και να γίνω χώμα. Καλύτερα είναι να πεθάνω παρά να ζω, γιατί με ψέματα, άδικα με κατηγόρησαν και έχω μεγάλη στενοχώρια· διάταξε λοιπόν ν’ απαλλαγώ πια απ’ τη θλίψη ετούτη στον τόπο τον αιώνιο· και μη με αποστραφείς».

7 Την ίδια μέρα στα Εκβάτανα της Μηδίας, συνέβη στην κόρη του Ραγουήλ, τη Σάρρα, να την περιπαίξουν κι αυτήν κάποιες δούλες του πατέρα της,

8 γιατί η Σάρρα είχε παντρευτεί εφτά άντρες, αλλά ο Ασμοδαίος, αυτό το πονηρό πνεύμα, σκότωνε κάθε φορά τον άντρα της πριν πλαγιάσει μαζί της, όπως πλαγιάζει κάθε σύζυγος με τη γυναίκα του. «Δεν καταλαβαίνεις», της έλεγαν, «ότι εσύ πνίγεις τους άντρες σου; Εφτά είχες και δεν πήρες το όνομα κανενός απ’ αυτούς.