1 Όταν τέλειωσαν το φαγητό, οδήγησαν τον Τωβία στη Σάρρα.
2 Αυτός, όταν μπήκε στο δωμάτιο, θυμήθηκε τα λόγια του Ραφαήλ. Πήρε, λοιπόν, σταχτωμένα κάρβουνα από το θυμιατήρι, έβαλε πάνω την καρδιά του ψαριού και το συκώτι, και τ’ άφησε να βγάλουν καπνό.
3 Όταν το δαιμόνιο ένιωσε τη μυρωδιά, έφυγε στα μέρη της άνω Αιγύπτου και ο άγγελος το έδεσε.
4 Όταν κλείστηκαν και οι δυο στο δωμάτιο, σηκώθηκε ο Τωβίας από το κρεβάτι και είπε: «Σήκω καλή μου να προσευχηθούμε για να μας ελεήσει ο Κύριος».