6 Εσύ έπλασες τον Αδάμ και του έδωσες βοηθό και στήριγμα τη γυναίκα του την Εύα· απ’ αυτούς προήλθε το ανθρώπινο γένος. Εσύ είπες, “δεν είναι καλό να είναι ο άνθρωπος μόνος του, ας του κάνουμε ένα σύντροφο όμοιο μ’ αυτόν”.
7 Ξέρεις τώρα, Κύριε, ότι δεν παίρνω τη συγγενή μου αυτή για να ικανοποιήσω ένα παροδικό πάθος αλλά για πραγματική γυναίκα μου. Δείξε μου το έλεός σου και δώσε να γεράσω μαζί της».
8 Εκείνη είπε μαζί του: «Αμήν».
9 Ύστερα πλάγιασαν μαζί εκείνη τη νύχτα.
10 Στο μεταξύ, ο Ραγουήλ σηκώθηκε και πήγε κι άνοιξε έναν τάφο, γιατί σκέφτηκε: «Λες να πεθάνει κι αυτός;»
11 Μετά γύρισε σπίτι του
12 και είπε στη γυναίκα του την Έδνα: «Στείλε μια από τις δούλες, να δει αν ζει ο Τωβίας. Αν όχι, να τον θάψουμε και κανείς να μην μάθει τίποτε».