Α΄ Σαμουηλ (Ή Βασιλειων Α΄) 3:14-20 TGV

14 Γι’ αυτό δήλωσα με όρκο στην οικογένεια του Ηλεί ότι η αμαρτία τους δε θα συγχωρηθεί ποτέ, ούτε με θυσίες ούτε με προσφορές».

15 Ο Σαμουήλ κοιμήθηκε ως το πρωί· έπειτα σηκώθηκε κι άνοιξε τις πόρτες του οίκου του Κυρίου. Φοβόταν όμως να φανερώσει στον Ηλεί το όραμά του.

16 Ο Ηλεί τον φώναξε και του είπε: «Σαμουήλ, γιε μου». Κι εκείνος απάντησε: «Ορίστε».

17 «Τι σου είπε ο Κύριος;» τον ρώτησε. «Μη μου κρύψεις τίποτα. Ο Θεός να σε τιμωρήσει αυστηρά, αν μου κρύψεις κάτι απ’ αυτά που σου είπε».

18 Έτσι ο Σαμουήλ του ανέφερε όλα όσα άκουσε, χωρίς να του κρύψει τίποτα. Τότε ο Ηλεί είπε: «Ο Κύριος ήταν! Ας κάνει ό,τι αυτός κρίνει καλό».

19 Ο Σαμουήλ μεγάλωνε κι ο Κύριος ήταν μαζί του. Κανένας από τους λόγους του Κυρίου δεν έμενε απραγματοποίητος.

20 Έτσι οι Ισραηλίτες, από Δαν έως Βέερ-Σεβά, ήξεραν όλοι πως ο Σαμουήλ είχε οριστεί προφήτης του Κυρίου.