18 Βγαίνω στην πεδιάδα, βλέπω τους σκοτωμένους στον πόλεμο· μπαίνω στην πόλη, βλέπω τους νεκρούς από την πείνα. Ακόμα κι οι προφήτες και οι ιερείς τριγυρίζουν αδιάφοροι στη χώρα».
19 Εγώ απάντησα: «Κύριε, απέρριψες τελείως όλο τον Ιούδα; Μισείς το όρος της Σιών; Γιατί μας πλήγωσες και δεν μπορούμε να θεραπευτούμε; Περιμέναμε την ειρήνη, αλλά δεν ήρθε κανένα αγαθό· ελπίζαμε γιατρειά, αλλά μας βρήκε τρόμος.
20 Αναγνωρίζουμε την ασέβειά μας και την ανομία των προγόνων μας· αμαρτήσαμε ενώπιόν σου.
21 Μη μας περιφρονήσεις, για να μη δυσφημιστεί το όνομά σου. Μην καταστρέψεις το δοξασμένο θρόνο σου. Θυμήσου τη διαθήκη που έκανες μαζί μας· μην την αθετήσεις.
22 Οι θεοί των εθνών δεν δίνουν τη βροχή· οι ουρανοί από μόνοι τους καταιγίδες δε στέλνουν. Κύριε, Θεέ μας, σ’ εσένα ελπίζουμε, γιατί εσύ είσαι ο μόνος που τα κάνεις όλα αυτά».