Αββακουμ 3:10-16 FPB

10 Σε είδαν τα βουνά, και τρόμαξαν·ήρθε κατακλυσμός από νερά· η άβυσσος εξέπεμψε τη φωνή της, ύψωσε τα χέρια της.

11 O ήλιος και το φεγγάριστάθηκαν στο κατοικητήριό τους· περπατούσαν στο φως των βελών σου, στη λάμψη τής λόγχης σου, που άστραφτε.

12 Mε αγανάκτηση πέρασες μέσα από τη γη, με θυμό καταπάτησες τα έθνη.

13 Bγήκες για σωτηρία τού λαού σου, για σωτηρία τού χρισμένου σου·πάταξες τον αρχηγό τού οίκου των ασεβών, αποκάλυψες τα θεμέλια μέχρι το βάθος. (Διάψαλμα).

14 Mε τις λόγχες του διαπέρασες το κεφάλι των στραταρχών του·όρμησαν σαν ανεμοστρόβιλος για να με διασκορπίσουν· η αγαλλίασή τους ήταν σαν να επρόκειτο να καταφάνε κρυφά τον φτωχό.

15 Πέρασες μέσα από τη θάλασσα μαζί με τα άλογά σου, διαμέσου σωρών από πολλά νερά.

16 Άκουσα, και συνταράχτηκαν τα εντόσθιά μου· τα χείλη μου έτρεμαν στη φωνή·η σαθρότητα μπήκε στα κόκαλά μου, και από κάτω μου πήρα τρόμο·όμως, κατά την ημέρα τής θλίψης θα αναπαυθώ, όταν ανέβει ενάντια στον λαό αυτός που πρόκειται να τον εκπορθήσει.