3 Ὁ δεύτερος ἄγγελος ἔχυσε τὴν φιάλην του εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἔγινε σὰν αἷμα νεκροῦ ἀνθρώπου, καὶ κάθε ζωντανὸ ὂν εἰς τὴν θάλασσαν ἐπέθανε.
4 Ὁ τρίτος ἄγγελος ἔχυσε τὴν φιάλην του εἰς τοὺς ποταμοὺς καὶ εἰς τὰς πηγὰς τῶν νερῶν καὶ ἔγιναν αἷμα.
5 Καὶ ἄκουσα τὸν ἄγγελον τῶν νερῶν νὰ λέγῃ, «Δίκαιος εἶσαι εἰς τὰς κρίσεις σου, σὺ ὁ Ὅσιος ποὺ ὑπάρχεις καὶ ὑπῆρχες,
6 διότι αἷμα ἁγίων καὶ προφητῶν ἔχυσαν, καὶ αἷμα τοὺς ἔδωκες νὰ πιοῦν· τοὺς ἀξίζει».
7 Καὶ ἄκουσα τὸ θυσιαστήριον νὰ λέγῃ, «Ναί, Κύριε Θεὲ Παντοκράτορ, ἀληθιναὶ καὶ δίκαιαι εἶναι αἱ κρίσεις σου».
8 Ὁ τέταρτος ἄγγελος ἔχυσε τὴν φιάλην του εἰς τὸν ἥλιον καὶ τοῦ ἐπετράπη νὰ κάψῃ τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν ζέστη.
9 Καὶ ἐκάησαν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὴν μεγάλη ζέστη καὶ ἐβλασφήμησαν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶχε ἐξουσίαν εἰς τὰς πληγὰς αὐτάς, καὶ δὲν μετενόησαν νὰ τὸν δοξάσουν.