4 Καὶ ἔπεσαν οἱ εἴκοσι τέσσερις πρεσβύτεροι καὶ τὰ τέσσερα ζωντανὰ ὄντα καὶ προσκύνησαν τὸν Θεὸν ποὺ ἐκαθότανε εἰς τὸν θρόνον, καὶ ἔλεγαν, «Ἀμήν, ἀλληλούϊα».
5 Καὶ ἀπὸ τὸν θρόνον ἐβγῆκε φωνὴ ποὺ ἔλεγε, «Αἰνεῖτε τὸν Θεόν μας ὅλοι οἱ δοῦλοί του καὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὸν φοβοῦνται, μικροὶ καὶ μεγάλοι».
6 Καὶ ἄκουσα σὰν φωνὴν ἀπὸ λαὸν πολὺν καὶ σὰν βοὴν ἀπὸ πολλὰ νερὰ καὶ σὰν βοὴν ἀπὸ δυνατὲς βροντὲς ποὺ ἔλεγαν, «Ἀλληλούϊα, διότι ἐβασίλευσεν ὁ Κύριος ὁ Θεὸς ὁ Παντοκράτωρ.
7 Ἂς χαίρωμεν καὶ ἂς ἀγαλλώμεθα καὶ ἂς τὸν δοξάζωμεν, διότι ἦλθε ἡ ἡμέρα τοῦ γάμου τοῦ Ἀρνίου καὶ ἡ γυναῖκά του ἔχει ἑτοιμασθῆ·
8 τῆς ἐδόθηκε ἐκλεκτὸν λινὸν ἔνδυμα λαμπρόν, καθαρόν». Τὸ λινὸν δηλοῖ τὰς δικαίας πράξεις τῶν ἁγίων.
9 Τότε ὁ ἄγγελος μοῦ εἶπε, «Γράψε: Μακάριοι οἱ καλεσμένοι εἰς τὸ δεῖπνον τοῦ γάμου τοῦ Ἀρνίου». Καὶ προσέθεσεν, «Αὐτοὶ εἶναι ἀληθινοὶ λόγοι τοῦ Θεοῦ».
10 Καὶ ἔπεσα ἐμπρὸς εἰς τὰ πόδια του νὰ τὸν προσκυνήσω, ἀλλ᾽ αὐτὸς μοῦ εἶπε, «Πρόσεξε, μή. Εἶμαι δοῦλος σὰν ἐσένα καὶ σὰν τοὺς ἀδελφούς σου ποὺ δίνουν μαρτυρίαν διὰ τὸν Ἰησοῦν. Τὸν Θεὸν νὰ προσκυνήσῃς». Ἡ μαρτυρία διὰ τὸν Ἰησοῦν εἶναι τὸ πνεῦμα τῆς προφητείας.