12 Εἰς τὸν ἄγγελον τῆς ἐκκλησίας τῆς Περγάμου γράψε: «Αὐτὰ λέγει ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὴν δίστομη καὶ κοφτερὴ ρομφαία:
13 Ξέρω τὰ ἔργα σου καὶ ποῦ κατοικεῖς· ἐκεῖ ποὺ εἶναι ὁ θρόνος τοῦ Σατανᾶ· ἀλλὰ κρατᾶς στερεὰ τὸ ὄνομά μου καὶ δὲν ἀρνήθηκες τὴν πίστιν σου σ᾽ ἐμένα, οὔτε κατὰ τὰς ἡμέρας ποὺ ὁ Ἀντίπας, ὁ μάρτυς μου ὁ πιστός, ἐσκοτώθηκε εἰς τὴν πόλιν σας, ὅπου κατοικεῖ ὁ Σατανᾶς.
14 Ἀλλ᾽ ἔχω ἐναντίον σου ὀλίγα: ἔχεις ἐκεῖ μερικούς, ποὺ κρατοῦν τὴν διδασκαλίαν τοῦ Βαλαάμ, ὁ ὁποῖος ἐδίδαξε τὸν Βαλὰκ νὰ βάλῃ σκάνδαλον εἰς τοὺς Ἰσραηλίτας διὰ νὰ φάγουν κρέατα ἀπὸ τὰς θυσίας εἰς τὰ εἴδωλα καὶ νὰ πορνεύσουν.
15 Ἔτσι ἔχεις καὶ σὺ μερικοὺς ποὺ κρατοῦν τὴν διδασκαλίαν τῶν Νικολαϊτῶν.
16 Μετανόησε λοιπόν, ἀλλοιῶς θὰ ἔλθω γρήγορα σ᾽ ἐσὲ καὶ θὰ πολεμήσω ἐναντίον τους μὲ τὴν ρομφαίαν τοῦ στόματός μου.
17 Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει αὐτιά, ἂς ἀκούσῃ τί λέγει τὸ Πνεῦμα εἰς τὰς ἐκκλησίας. Εἰς ἐκεῖνον ποὺ νικᾶ θὰ τοῦ δώσω ἀπὸ τὸ μάννα τὸ κρυμμένον· θὰ τοῦ δώσω καὶ πέτραν λευκὴν καὶ εἰς τὴν πέτραν θὰ εἶναι γραμμένον ἕνα καινούργιο ὄνομα, ποὺ δὲν ξέρει κανεὶς παρὰ ἐκεῖνος ποὺ τὸ παίρνει».
18 Εἰς τὸν ἄγγελον τῆς ἐκκλησίας τῶν Θυατείρων γράψε: «Αὐτὰ λέγει ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχει μάτια σὰν πύρινη φλόγα καὶ τὰ πόδια του εἶναι ὅμοια μὲ χαλκὸν ποὺ λάμπει: