8 Ἀλλ᾽ οἱ δειλοί, οἱ ἄπιστοι καὶ οἱ βδελυροί, οἱ φονηάδες, οἱ πόρνοι, οἱ μάγοι, οἱ εἰδωλολάτραι καὶ ὅλοι οἱ ψεῦτες θὰ ἔχουν τὴν θέσιν τους εἰς τὴν λίμνην ποὺ καίεται μὲ φωτιὰ καὶ θειάφι. Αὐτὸς εἶναι ὁ δεύτερος θάνατος».
9 Ὕστερα ἦλθε ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ ἀγγέλους, ποὺ εἶχαν τὰς ἑπτὰ φιάλας μὲ τὰς ἑπτὰ τελευταίας πληγάς, καὶ μοῦ μίλησε καὶ εἶπε, «Ἔλα νὰ σοῦ δείξω τὴν νύμφην, τὴν γυναῖκα τοῦ Ἀρνίου».
10 Καὶ μὲ ἔφερε ἐν ἐκστάσει σ᾽ ἕνα μεγάλο, ψηλὸ βουνό, καὶ μοῦ ἔδειξε τὴν πόλιν τὴν ἁγίαν Ἱερουσαλὴμ νὰ κατεβαίνῃ ἀπὸ τὸν οὐρανὸν ἀπὸ τὸν Θεόν,
11 ἔχουσα τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ. Ἡ λάμψις της ἔμοιαζε μὲ πολυτιμότατον λίθον, σὰν τὸν ἴασπιν λίθον ποὺ λάμπει σὰν κρύσταλλο.
12 Εἶχε μεγάλο καὶ ψηλὸ τεῖχος μὲ δώδεκα πύλας, εἰς τὰς ὁποίας ἦσαν δώδεκα ἄγγελοι· καὶ εἰς τὰς πύλας ἦσαν γραμμένα τὰ ὀνόματα τῶν δώδεκα φυλῶν τοῦ Ἰσραήλ.
13 Πρὸς ἀνατολὰς ὑπῆρχαν τρεῖς πύλαι, πρὸς βορρᾶν τρεῖς πύλαι, πρὸς νότον τρεῖς πύλαι καὶ πρὸς δυσμὰς τρεῖς πύλαι.
14 Τὸ τεῖχος τῆς πόλεως εἶχε δώδεκα θεμελίους λίθους, ἐπὶ τῶν ὁποίων ἦσαν τὰ δώδεκα ὀνόματα τῶν δώδεκα ἀποστόλων τοῦ Ἀρνίου.