2 Γύρισε τη ματιά του και είδε το λαό του Ισραήλ που είχε κατασκηνώσει κατά φυλές. Τότε ήρθε πάνω του το Πνεύμα του Θεού,
3 κι άρχισε να απαγγέλλει αυτον το χρησμό:«Λόγος του Βαλαάμ, γιου του Βεώρ,λόγος του ανθρώπου,που έχει ανοιχτά τα μάτια του.
4 Λόγος αυτού που ακούει τα λόγια του Θεού,που βλέπει οράματα του Παντοδύναμου,και που όταν πέφτει σ’ έκσταση,τα μάτια του ανοίγονται.
5 Πόσο ωραίες είναι οι σκηνές σου, Ιακώβ,οι κατοικίες σου, Ισραήλ!
6 Απλώνονται καθώς κοιλάδες,σαν κήποι σ’ ακροποταμιά,σαν δέντρα αλόης φυτεμένα από τον Κύριο,σαν κέδροι πλάι στων ποταμών τις όχθες.
7 Τρέχει νερό από τους κάδους τουςτους σπόρους τους φυτεύουν σε καλοποτισμένη γη.Πιο δυνατός κι απ’ τον Αγάγ ο βασιλιάς τουςκαι ισχυρή θα είναι η βασιλεία του.
8 Από την Αίγυπτο τους έβγαλε ο Θεός·για κείνους πολεμάει με δύναμη αγριόταυρου.Αυτός ο λαός τα εχθρικά του έθνητα κάνει μια μπουκιά·σπάζει τα κόκαλά τους,τα βέλη τους συντρίβει.