9 Μια και μοναδική ’ναι η περιστέρα μου,η λατρευτή μου,της μάνας της μονάκριβηκαι διαλεχτή εκεινής που την εγέννα.Οι κοπελιές την είδαν και την καλοτύχισαν,οι παλλακίδες κι οι βασίλισσες,και την παινέψαν.
10 Ποια είν’ ετούτη που ξεπροβάλλεισαν την αυγή,ωραία σαν τη σελήνη,ακτινοβόλα σαν τον ήλιοκαι τρομερή καθώς στρατιές με φλάμπουρα;
11 Στον κήπο με τις καρυδιές κατέβηκανα δω το χλόισμα της κοιλάδας,να δω αν βλάστησε τ’ αμπέλι,αν λουλουδίσαν οι ροδιές.
12 Δεν ξέρω πώς, μα τον εαυτό μου πια δεν τον κατέχω,μ’ όλο που από ευγενική κατάγομαι γενιά.