3 ἐὰν ἐγνωρίσατε ἐκ πείρας ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἀγαθός.
4 Καθὼς ἔρχεσθε εἰς αὐτόν, τὸν λίθον τὸν ζωντανόν, ὁ ὁποῖος ἀπὸ μὲν τοὺς ἀνθρώπους ἔχει ἀποδοκιμασθῆ, ἀλλὰ διὰ τὸν Θεὸν εἶναι διαλεχτός, πολύτιμος,
5 τότε καὶ σεῖς, σὰν ζωντανοὶ λίθοι, οἰκοδομεῖσθε εἰς οἶκον πνευματικόν, ἱερατεῖον ἅγιον διὰ νὰ προσφέρετε θυσίες πνευματικὲς εὐπρόσδεκτες εἰς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ,
6 διότι περιέχεται εἰς μίαν γραφήν, Ἰδού, θέτω εἰς τὴν Σιὼν ἕνα λίθον ἀκρογωνιαῖον, διαλεχτόν, πολύτιμον, καὶ ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει εἰς αὐτὸν δὲν θὰ ντροπιασθῇ.
7 Σ᾽ ἐσᾶς λοιπὸν ποὺ πιστεύετε εἶναι πολύτιμος, δι᾽ ἐκείνους ὅμως ποὺ δὲν πιστεύουν, ὁ λίθος ποὺ ἀπέρριψαν οἱ οἰκοδόμοι, ἔγινε ἀκρογωνιαῖος
8 καὶ λίθος εἰς τὸν ὁποῖον θὰ προσκόπτουν καὶ βράχος ποὺ θὰ τοὺς κάνῃ νὰ πέφτουν. Προσκόπτουν, διότι ἀπειθοῦν εἰς τὸν λόγον. Εἰς τοῦτο καὶ προσδιωρίσθησαν.
9 Σεῖς ὅμως εἶσθε γενεὰ ποὺ ὁ Θεὸς ἐδιάλεξε, βασιλικὸν ἱερατεῖον, ἔθνος ἅγιον, λαὸς δικός του διὰ νὰ ἐξαγγείλετε τὰς θαυμαστὰς πράξεις ἐκείνου, ποὺ σᾶς ἐκάλεσε ἀπὸ τὸ σκοτάδι εἰς τὸ θαυμαστόν του φῶς,