1 Ὁμοίως καὶ αἱ γυναῖκες, νὰ ὑποτάσσεσθε εἰς τοὺς ἄνδρας σας, ὥστε, καὶ ἐὰν μερικοὶ ἀπειθοῦν εἰς τὸν λόγον, νὰ κερδηθοῦν διὰ τῆς διαγωγῆς τῶν γυναικῶν των χωρὶς λόγια,
2 ὅταν ἰδοῦν τὴν σεβασμίαν καὶ ἁγνὴν διαγωγήν σας.
3 Ἂς εἶναι ὁ στολισμός σας ὄχι ἐξωτερικός, τὸ πλέξιμο τῶν μαλλιῶν καὶ τὰ χρυσᾶ κοσμήματα ἢ τὰ ὡραῖα ἐνδύματα,
4 ἀλλ᾽ ὁ κρυφὸς ἄνθρωπος τῆς καρδιᾶς μὲ τὸν ἄφθαρτον στολισμόν του, ἕνα γλυκὸ καὶ ἥσυχο πνεῦμα, τὸ ὁποῖον εἶναι πολύτιμον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
5 Διότι ἔτσι κάποτε καὶ αἱ ἅγιαι γυναῖκες, ποὺ εἶχαν τὴν ἐλπίδα τους εἰς τὸν Θεόν, ἐστόλιζαν τὸν ἑαυτόν τους διὰ τῆς ὑπακοῆς εἰς τοὺς ἄνδρας των,
6 ὅπως ἡ Σάρρα ὑπήκουε εἰς τὸν Ἀβραὰμ καὶ τὸν ὠνόμαζε κύριον. Καὶ εἶσθε τώρα παιδιά της ἐὰν κάνετε τὸ καλὸν καὶ δὲν δοκιμάζετε κανένα φόβον.
7 Οἱ ἄνδρες ὁμοίως, νὰ συζῆτε μὲ τὰς γυναῖκάς σας μὲ σύνεσιν, ἀπονέμοντες τιμὴν εἰς αὐτὰς ὡς εἰς ἀσθενέστερον φῦλον, ἀφοῦ εἶσθε καὶ συγκληρονόμοι τῆς δωρεᾶς τῆς ζωῆς, διὰ νὰ μὴ παρεμποδίζωνται αἱ προσευχαί σας.
8 Τέλος, νὰ εἶσθε ὅλοι τῆς ἰδίας γνώμης, συμπονητικοί, γεμᾶτοι ἀδελφικὴν ἀγάπην, εὔσπλαγχνοι, εὐγενικοί,
9 χωρὶς νὰ ἀποδίδετε κακὸν ἀντὶ κακοῦ ἢ ὕβριν ἀντὶ ὕβρεως, ἀλλ᾽ ἀπ᾽ ἐναντίας νὰ εὐλογῆτε, γνωρίζοντες ὅτι εἰς τοῦτο ἔχετε καλεσθῆ, εἰς τὸ νὰ κληρονομήσετε εὐλογίαν.
10 Διότι ὅποιος ἀγαπᾶ τὴν ζωὴν καὶ θέλει νὰ ἰδῇ ἡμέρες καλές, ἂς κρατῇ τὴν γλῶσσάν του ἀπὸ τὸ κακὸν καὶ τὰ χείλη του ἀπὸ τὸ νὰ ὁμιλοῦν δολίως,
11 ἂς ἀποκλίνῃ ἀπὸ τὸ κακὸν καὶ ἂς κάνῃ τὸ καλόν, ἂς ζητήσῃ εἰρήνην καὶ ἂς τὴν ἐπιδιώκῃ,
12 διότι τὰ μάτια τοῦ Κυρίου εἶναι προσηλωμένα εἰς τοὺς δικαίους καὶ τὰ αὐτιά του εἰς τὴν δέησίν των, τὸ πρόσωπον ὅμως τοῦ Κυρίου εἶναι ἐναντίον ἐκείνων ποὺ κάνουν τὸ κακόν.
13 Καὶ ποιός μπορεῖ νὰ σᾶς βλάψῃ, ἐὰν μιμῆσθε τὸ καλόν;
14 Ἀλλὰ καὶ ἂν ὑποφέρετε ἕνεκα δικαιοσύνης, εἶσθε μακάριοι. Μὴ τοὺς φοβηθῆτε, οὔτε νὰ ταραχθῆτε,
15 ἀλλὰ λατρεύσατε, τὸν Χριστὸν ὡς Κύριον εἰς τὶς καρδιές σας, καὶ νὰ εἶσθε πάντοτε ἕτοιμοι πρὸς ἀπολογίαν εἰς τὸν καθένα, ποὺ θὰ σᾶς ζητήσῃ λόγον διὰ τὴν ἐλπίδα ποὺ ἔχετε μέσα σας, ἀλλὰ νὰ τὸ κάνετε μὲ εὐγένειαν καὶ σεβασμόν,
16 καὶ νὰ ἔχετε συνείδησιν ἀγαθήν, ὥστε, ἐνῷ κατηγορεῖσθε ὅτι εἶσθε κακοί, να καταισχυνθοῦν ἐκεῖνοι ποὺ δυσφημοῦν τὴν καλὴν χριστιανικὴν διαγωγήν σας.
17 Εἶναι καλύτερον νὰ ὑποφέρωμεν, ἐὰν ὁ Θεὸς τὸ θέλῃ, ὅταν κάνωμεν τὸ καλόν, παρὰ ὅταν κάνωμεν τὸ κακόν.
18 Διότι καὶ ὁ Χριστὸς μιὰ γιὰ πάντα ἐπέθανε διὰ τὰς ἁμαρτίας μας, ὁ δίκαιος χάριν τῶν ἀδίκων, διὰ νὰ μᾶς παρουσιάσῃ εἰς τὸν Θεόν· ἐθανατώθηκε μὲν ὡς πρὸς τὸ σῶμα, ἀλλ᾽ ἐζωοποιήθηκε ὡς πρὸς τὸ πνεῦμα.
19 Ἐν πνεύματι πορευθείς, ἐκήρυξε καὶ εἰς τὰ ἐν φυλακῇ πνεύματα,
20 τὰ ὁποῖα ἄλλοτε εἶχαν ἀπειθήσει, ὅταν ὁ Θεὸς ἐπερίμενε μὲ ὑπομονήν, κατὰ τὰς ἡμέρας τοῦ Νῶε, ἐνῷ κατεσκευάζετο ἡ κιβωτός, εἰς τὴν ὁποίαν ὀλίγοι, δηλαδὴ ὀκτὼ ψυχαί, ἐπέρασαν ἀσφαλεῖς διὰ μέσου τοῦ νεροῦ,
21 τοῦ ὁποίου τὸ ἀντίτυπον, δηλαδὴ τὸ βάπτισμα, σώζει καὶ ἐμᾶς σήμερα, εἶναι δὲ τοῦτο ὄχι ἀποβολὴ τῆς ἀκαθαρσίας τῆς σαρκὸς ἀλλ᾽ ἀφιέρωσις συνειδήσεως ἀγαθῆς εἰς τὸν Θεόν, διὰ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ,
22 ὁ ὁποῖος ἐπῆγε εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶναι εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ, μετὰ τὴν ὑποταγὴν εἰς αὐτὸν τῶν ἀγγέλων, τῶν ἐξουσιῶν καὶ τῶν δυνάμεων.