7 Οἱ ἄνδρες ὁμοίως, νὰ συζῆτε μὲ τὰς γυναῖκάς σας μὲ σύνεσιν, ἀπονέμοντες τιμὴν εἰς αὐτὰς ὡς εἰς ἀσθενέστερον φῦλον, ἀφοῦ εἶσθε καὶ συγκληρονόμοι τῆς δωρεᾶς τῆς ζωῆς, διὰ νὰ μὴ παρεμποδίζωνται αἱ προσευχαί σας.
8 Τέλος, νὰ εἶσθε ὅλοι τῆς ἰδίας γνώμης, συμπονητικοί, γεμᾶτοι ἀδελφικὴν ἀγάπην, εὔσπλαγχνοι, εὐγενικοί,
9 χωρὶς νὰ ἀποδίδετε κακὸν ἀντὶ κακοῦ ἢ ὕβριν ἀντὶ ὕβρεως, ἀλλ᾽ ἀπ᾽ ἐναντίας νὰ εὐλογῆτε, γνωρίζοντες ὅτι εἰς τοῦτο ἔχετε καλεσθῆ, εἰς τὸ νὰ κληρονομήσετε εὐλογίαν.
10 Διότι ὅποιος ἀγαπᾶ τὴν ζωὴν καὶ θέλει νὰ ἰδῇ ἡμέρες καλές, ἂς κρατῇ τὴν γλῶσσάν του ἀπὸ τὸ κακὸν καὶ τὰ χείλη του ἀπὸ τὸ νὰ ὁμιλοῦν δολίως,
11 ἂς ἀποκλίνῃ ἀπὸ τὸ κακὸν καὶ ἂς κάνῃ τὸ καλόν, ἂς ζητήσῃ εἰρήνην καὶ ἂς τὴν ἐπιδιώκῃ,
12 διότι τὰ μάτια τοῦ Κυρίου εἶναι προσηλωμένα εἰς τοὺς δικαίους καὶ τὰ αὐτιά του εἰς τὴν δέησίν των, τὸ πρόσωπον ὅμως τοῦ Κυρίου εἶναι ἐναντίον ἐκείνων ποὺ κάνουν τὸ κακόν.
13 Καὶ ποιός μπορεῖ νὰ σᾶς βλάψῃ, ἐὰν μιμῆσθε τὸ καλόν;