Ιουδιθ 13:12-18 TGVD

12 Όταν οι άντρες της Βαιτυλούας άκουσαν τη φωνή της Ιουδίθ, κατέβηκαν γρήγορα στην πύλη και φώναξαν και τους πρεσβυτέρους της πόλης.

13 Έτρεξαν όλοι εκεί, μικροί και μεγάλοι, γιατί δεν πίστευαν ότι ξαναγύρισε η Ιουδίθ. Άνοιξαν την πύλη και υποδέχτηκαν τις δυο γυναίκες. Μετά άναψαν φωτιές για να έχουν φως και μαζεύτηκαν γύρω τους.

14 Η Ιουδίθ άρχισε να αλαλάζει: «Υμνήστε το Θεό, υμνήστε τον! Δοξάστε τον γιατί δεν έπαψε να αγαπάει το ισραηλιτικό έθνος, αλλά σύντριψε απόψε τους εχθρούς μας με το δικό μου χέρι».

15 Έβγαλε μετά το κεφάλι από το σακούλι, τους το ’δειξε και τους είπε: «Να το κεφάλι του Ολοφέρνη, του αρχιστράτηγου των Ασσυρίων. Να και η κουνουπιέρα του, που από κάτω της ξάπλωνε όταν μεθοκοπούσε. Ο Κύριος τον χτύπησε με γυναικείο χέρι.

16 Μα τον αληθινό Κύριο, ο Ολοφέρνης παρασύρθηκε μόνο από την εμφάνισή μου κι οδηγήθηκε στην καταστροφή. Δεν αμάρτησα μαζί του για να μολυνθώ και να ντροπιαστώ. Ο Κύριος με προστάτεψε σ’ όλη αυτή την επιχείρηση».

17 Τότε όλος ο λαός έμεινε κατάπληκτος. Έσκυψαν και προσκύνησαν το Θεό κι έλεγαν όλοι μαζί: «Δοξασμένος να είσαι Θεέ μας, που κατατρόπωσες σήμερα τους εχθρούς του λαού σου!»

18 Κι ο άρχοντας Οζίας είπε στην Ιουδίθ: «Ο ύψιστος Θεός σε ευλόγησε κοπέλα μου, περισσότερο απ’ όλες τις γυναίκες του κόσμου. Δόξα να ’χει ο Κύριος ο Θεός, ο δημιουργός του ουρανού και της γης, που σε οδήγησε να πάρεις το κεφάλι του αρχηγού των εχθρών μας!